Τό βιβλίο μᾶς βοηθᾶ νά συνειδητοποιήσουμε πώς ὁ Χριστιανικός κόσμος εἶναι ἕνας καί ἑνιαῖος, ὁ ἕνας Χριστιανικός Ἑλληνο-δυτικός κόσμος. Παρά τίς διαφορές τους, ὁ Γρηγόριος Παλαμάς καί ὁ Θωμάς Ἀκινάτης μποροῦν νά «συνομιλήσουν» μέ ἄνεση. Ἀνθρωπολογικές προτάσεις προερχόμενες ἀπό τήν μία ἄκρη τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ἀφοροῦν ἀπολύτως καί στήν ἄλλη ἄκρη, ἡ ὁποία μάλιστα συχνά τίς ἔχει ἤδη, θεολογικά ἤ φιλοσοφικά προαισθανθεῖ ἤ καί προετοιμάσει. Ἡ παλαιά διαλεκτική Ἀνατολῆς-Δύσης δέν ἔχει πλέον τό νόημα πού ἴσως εἶχε κάποτε καί θά πρέπει νά ἀντικατασταθεῖ μέ τήν ἐσωτερικήν αὐτή σχέση, ἡ ὁποία φυσικά εἶναι παντελῶς ξένη πρός κάθε μορφῆς ἐξομοιωτική πολτοποίηση τῶν διαφορῶν, ὅπου πράγματι αὐτές ὑπάρχουν. Μέ τόν τρόπον αὐτό (καί μόνον ἔτσι) ἡ Ὀρθόδοξη θεολογία ἐπανακάμπτει στή σύγχρονη οἰκουμενική συζήτηση – διά τῆς βασιλικῆς ὁδοῦ μάλιστα, μετά καί ἀπό τή Δυτική «ἀνακάλυψη» τῶν Ἑλλήνων Πατέρων, ἤδη κατά τόν περασμένον αἰώνα. Ἡ στάση καί μέθοδος συνεπῶς αὐτή ἀντιπαρατίθεται ἐπίσης καί σέ ἀνάλογα σύνδρομα περιθωριοποίησης τῆς Ἑλληνικῆς πλευρᾶς τοῦ Ἑλληνο-δυτικοῦ θεολογικοῦ κόσμου, ὁρατά σέ παλαιότερους, ἀλλά, δυστυχῶς καί σύγχρονους Δυτικούς συγγραφεῖς, Ρωμαιοκαθολικούς κυρίως, συνήθως μέ τήν μορφή τῆς ὑπαγωγῆς τῆς Ἑλληνικῆς Πατερικῆς θεολογικῆς παραγωγῆς σέ δῆθεν Δυτικές ἐπιδράσεις, μέ βεβιασμένα ἐπιχειρήματα, ὅπου, αἴφνης, ὁ Μάξιμος Ὁμολογητής καθίσταται εὐγνώμων μαθητής τοῦ… Αὐγουστίνου, ἐνῶ ὁ Παλαμάς ἐλάχιστος προσκυνητής τοῦ Duns Scotus κ.λπ… Πρόκειται καί ἐδῶ γι’αὐτό πού ὀνομάζω «πολιτιστικοί πόλεμοι», μέ Ὁμολογιακή μεταμφίεση ἐν προκειμένω, πού συντρίβουν ὅμως ἐξίσου τό βάθος, τήν πρωτοτυπία καί τήν ἐλευθερία κάθε γνήσιας θεολογικῆς ἐπίγνωσης…
Σέ κάθε περίπτωση, ὅπως τό ἔχουν ἤδη ἐπισημάνει διαπρεπεῖς σημερινοί Εὐρωπαῖοι στοχαστές, ἀπό τόν Marion καί τόν Taylor, ὡς τόν Caputo, τόν Kearney, τόν Lacoste, τόν Milbank, τόν Ward, ἤ τήν Pickstock, οἱ θεολογικές πηγές τοῦ Ἑλληνο-δυτικοῦ ἑαυτοῦ ὑπόσχονται συνταρακτικές νέες προοπτικές λύσεων γιά τίς σημερινές ἀνθρωπολογικές δυσκολίες ἤ καί ἀδιέξοδα. Αὐτό πού δέν φαίνεται νά γνωρίζουν οἱ παραπάνω ὡστόσο εἶναι ἡ πιθανή συνεισφορά τῆς Ἑλληνικῆς θεολογικῆς πλευρᾶς στήν ἀναζήτηση αὐτή – ὄχι σέ ἀντίθεση πάντοτε πρός τίς Δυτικές προσπάθειες, ἀλλά πάντοτε μέ ἐκπληκτική πρωτοτυπία, δημιουργικότητα καί φρεσκάδα.