Περιγραφή
– Πως βαριέμαι!
Ο Βασίλης βαριόταν αφόρητα. Τί ζωή ήταν αυτή, τέλος πάντων! Φαΐ, τεμπελιά, τηλεόραση, ύπνο…
– Βαριέμαι, ξαναείπε. Δεν υπάρχει τίποτα. Τουλάχιστον τίποτα ευχάριστο… εκτός από το να περιμένω τον Αη-Βασίλη να μου φέρει τα δώρα μου.
– Ποιος θα σου φέρει δώρα; ρώτησε η γιαγιά Ελένη που μόλις μπήκε στο δωμάτιο.
Ο Βασίλης γύρισε και την κοίταξε ψιλοπερίεργα. “Τί στο καλό κάνει όλη μέρα χωμένη στην κουζίνα της”; σκέφτηκε κοιτάζοντάς την με κάποια απορία.
– Ο Αη-Βασίλης, γιαγιά, ο Αη-Βασίλης. Ξέρεις, αυτός ο ασπρομάλλης με την κόκκινη στολή… Μη μου πεις πως δεν τον ξέρεις πια! Γιατί ποιος άλλος θα ‘φερνε δώρα στα παιδιά κάθε Χριστούγεννα!
– Α! Και φέρνει δώρα σ’ όλα τα παιδιά;
– Εννοείται. Εκτός, φυσικά, αν δεν ήσουν καλός όλο το χρόνο. Διαφορετικά σου φέρνει ό, τι επιθυμείς.
Ο Βασίλης σταμάτησε για μια στιγμή. Μια σκέψη, που πέρασε σαν αστραπή από το μυαλό του, άφησε μια σκιά αμφιβολίας στα μαύρα μάτια του.